Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(τὰς πρῴρας

См. также в других словарях:

  • παραπλέω — ιων. τ. παραπλώω, ΝΑ 1. πλέω παραλλήλως προς κάτι και σε μικρή απόσταση από αυτό («παρέπλωε παρὰ τὰς πρῴρας τῶν νεῶν, ἐπειρωτῶν τε ἑκάστας», Ηρόδ.) 2. πλέω παρά την ακτή (α. «παραπλέουμε το Σούνιο» β. «παρέπλευσαν ἐς Σικυῶνα», Θουκ.) αρχ. μτφ.… …   Dictionary of Greek

  • παρεξελαύνω — ΜΑ [εξελαύνω] εξέρχομαι από κάτι («τοῡ ἀγαθοῡ παρατρέπη καὶ παρεξελαύνῃ», Νικ. Δαυίδ) αρχ. 1. περνώ οδηγώντας, προχωρώ κοντά σε κάποιον 2. υπερτερώ σε αγώνα, ξεπερνώ («εἰ γὰρ κ ἐν νύσση γε παρεξελάσησθα διώκων», Ομ. Ιλ.) 2. περνώ κωπηλατώντας,… …   Dictionary of Greek

  • Trirreme — El trirreme (en griego τριήρης/triếrês en singular, τριήρεις en plural) era una nave de guerra inventada probablemente en el siglo VII a. C., desarrollada a partir del pentecóntero. Más corto que su predecesor, era un barco con una vela …   Wikipedia Español

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»